Ήταν
μια φορά και ένα καιρό ένα κοριτσάκι
που
το έλεγαν Ελένη.
Είχε
πολλές κούκλες, μα πάρα πολλές.
Πρέπει
να ήταν πάνω από 223 κούκλες,
μπορεί
και παραπάνω.
Η
οικογένειά της είχε πολλά χρήματα
και
επειδή τις άρεσαν πολύ οι κούκλες,
τις
έπαιρναν συνέχεια δώρο κούκλες.
Είχε όλων των ειδών τις κούκλες.
Πορσελάνινες, γυάλινες, πάνινες, ψηλές ,κοντές ξανθές, μελαχρινές,
κοκκινομάλλες και ότι άλλη κούκλα μπορεί να φανταστεί κανείς.
Μία
μέρα η Ελένη φώναξε την υπηρέτρια τους και της είπε:
Αύριο
Μαρία δεν θα κάνεις τίποτα.
Αύριο έχουμε
μια πολύ δύσκολη αποστολή,
θα
μετρήσουμε τις κούκλες μου .
Έχω
χάσει το μέτρημα και θέλω να με βοηθήσεις.
Αύριο
θα μάθω πόσες ακριβώς κούκλες έχω!
Το
κοριτσάκι αυτό πίστευε ότι κάθε μία κούκλα
που
είχε ήταν και φίλη της,
πίστευε
πως θα έβρισκε την ευτυχία της ζωής μέσα από τις
κούκλες.
Αυτά
σκεφτόταν και χωρίς να το καταλάβει έπεσε να
κοιμηθεί.
Στον
ύπνο της είδε ένα πολύ ωραίο όνειρο.
Λέει
κολυμπούσε σε μία θάλασσα από κούκλες.
Ήταν
το πιο ωραίο όνειρο που είχε δει ποτέ.
Ααααα
γιατί να έπρεπε να ξυπνήσει;
Ήταν
πολύ νευριασμένη. Γκρρρρ, γκρρρρ
Αλλά
πολύ σύντομα σταμάτησε να είναι θυμωμένη,
γιατί
πήγε με την Μαρία στο δωμάτιο με τις κούκλες.
Λοιπόν
Μαρία έχουμε πολύ δουλειά να κάνουμε.
Όχι
μόνο θα τις μετρήσουμε, αλλά θα δώσουμε ονόματα
και
σε κάθε μία από αυτές.
Δεν
γίνεται να έχω τόσες φίλες και να μην ξέρω τα
ονόματα
τους.
Θα
κάτσουμε να τις μετρήσουμε και θα τις βαπτίσουμε
μία
προς μία.
Μάλιστα
είπε στην Μαρία να φέρει και μία
μεγάλη
λεκάνη με νερό και να βγάλει τα παπούτσια από
όλες
τις κούκλες.
Μα
τι θέλεις να κάνεις Ελένη μου;
Γιατί
βγάζεις τα παπούτσια από τις κούκλες;
Α,
εσύ δεν καταλαβαίνεις τίποτα.
Πως
θα τις βαπτίσουμε, με τα παπούτσια;
Και
μετά έπαιρνε μία μία κούκλα και τις βάπτιζε στην
λεκάνη
και τις έδινε το όνομα της.
Ήταν
τόσες πολλές που πήρε και ένα μεγάλο τετράδιο και
έγραφε
τα ονόματα τους για να μην τα ξεχάσει.
Τελικά
μετά από πάρα πολλές ώρες κατάφεραν να τις
μετρήσουν
τις κούκλες.
Ήταν
365.
Όσες
και οι μέρες του χρόνου!!!
Ούτε
και εκείνη περίμενε πως θα έχει τόσες πολλές
κούκλες,
ότι θα έχει τόσες πολλές φίλες.
Μαμά,
μαμά έχω 365 κούκλες είπε περιχαρής στην μαμά
της, την Ειρήνη.
Α,
πολύ ωραία μωρό μου, αλλά τώρα μιλάω στο κινητό.
Αχ
αυτή η μαμά της όποτε την χρειαζόταν για κάτι
σπουδαίο
όλο μιλούσε στο κινητό.
Αυτοί
οι μεγάλοι, μόνο τα κινητά έχουν για φίλους
σκέφτηκε.
Αλλά
τώρα το μυαλό της ήταν αλλού.
Θα
παίρνω κάθε μέρα μια κούκλα μαζί μου στο σχολείο,
έτσι
θα έχω παρέα σε κάθε διάλλειμα.
Έτσι
και έκανε.
Πόσο
μα πόσο χαρούμενη ήταν.
Και
σε λίγο καιρό θα έρχονταν και τα Χριστούγεννα.
Ποιος
ξέρει και πόσες ακόμα κούκλες θα τις κάνανε δώρο.
_ Ήταν 23 Δεκεμβρίου, 2 μέρες πριν τα Χριστούγεννα.
Τα
σχολεία είχαν κλείσει και η μικρή Ελένη, έπαιζε στο
δωμάτιο
με τις κούκλες.
Φώναξε
την Μαρία την υπηρέτρια, αλλά η εκείνη δεν
απάντησε.
Έτσι
αποφάσισε να ψάξει να την βρει.
Ήταν
στην κουζίνα μαγείρευε για το βράδυ και είχε φέρει
μαζί και την κόρη της την Αλίσια .
Η
Αλίσια είχε περίπου την ηλικία της Ελένης.
Με
μεγάλη χαρά άκουσε η Μαρία την Ελένη να λέει
στην
Αλίσια να παίξουνε μαζί στο δωμάτιο με τις κούκλες.
Η
Ελένη έδειχνε με μεγάλη περηφάνεια τις κούκλες της
στην
Αλίσια.
Είδες
πόσες φίλες έχω;
Μετά
της έδειξε μία που ήταν χωρίς ρούχα.
Αυτή
εδώ είναι η αγαπημένη μου, αλλά ένα σύρμα της
έσχισε
το φόρεμα της.
Θα
την πάει η μαμά μου σε ένα ράφτη να της φτιάξει
καινούργιο
φόρεμα μετά τις γιορτές της είπε.
Η
Αλίσια πρώτη φορά είδε τόσες πολλές κούκλες .
Ποτέ
της δεν φανταζόταν ότι ένα παιδί στην ηλικία της θα
είχε
τόσα πολλά παιχνίδια, ότι το δωμάτιο με τα παιχνίδια
θα
ήταν όσο όλο το σπίτι της.
Αλλά
δεν ζήλεψε καθόλου για αυτό. ΄
Ήξερε
μέσα της ότι και με λιγότερα πράγματα ,
μπορεί
κάποιος να περάσει καλά.
Αφού
έπαιξε 2-3 ώρες με την Ελένη η μητέρα της της είπε
ότι
είναι ώρα να πάνε σπίτι τους, αφού αύριο θα ήταν
παραμονή
Χριστουγέννων.
Αύριο
η Αλίσια θα έλεγε τα κάλαντα.
Πόσο
της άρεσε να λέει τα κάλαντα!
Της
έδινε χαρά να τραγουδάει και να βλέπει τον κόσμο να
είναι
χαρούμενος και να πηγαίνει να αγοράζει δώρα.
Σήκω
Αλίσια είναι ώρα να πας να πεις τα κάλαντα είπε
η
μαμά της.
Μαμά
θα πάω αργότερα, αφού κάνω κάτι που θέλω για
μία
φίλη μου είπε η Αλίσια.
Η
μαμά της παραξενεύτηκε αλλά δεν έδωσε σημασία γιατί
έπρεπε
να πάει στο σπίτι της Ελένης να μαγειρέψει για το
Χριστουγεννιάτικο
τραπέζι.
Όταν
πήγε όμως στο σπίτι επικρατούσε μεγάλη
αναστάτωση
και φασαρία.
Έλα
εδώ Μαρία της είπε με αυστηρό τόνο η μαμά της
Ελένης,
έλα εδώ τώρα!
Το
ξέρεις ότι η κόρη σου έκλεψε την αγαπημένη κούκλα
της
κόρης μου;
Μα
τι λέτε τώρα είπε η Μαρία.
Η
κόρη μου δεν θα το έκανε ποτέ αυτό.
Αν
δεν με πιστεύεις έλα να δεις και τις κάμερες.
Να
ορίστε είπε και της έδειξε τις κάμερες.
Βλέπεις
ξεκάθαρα ότι της παίρνει την κούκλα χωρίς καμιά
ντροπή.
Αφού
μαγειρέψεις, θα πάμε σπίτι σου και θα πάρουμε
πίσω
την κούκλα.
Δεν
θα αφήσω εγώ την κόρη μου την μέρα των
Χριστουγέννων
χωρίς την αγαπημένη της κούκλα.
Η
μητέρα της Αλίσιας ήταν πολύ στεναχωρημένη.
Δεν
το πίστευε ότι η κόρη της είχε κάνει τέτοιο πράγμα.
Ήταν
φτωχή οικογένεια, αλλά ποτέ δεν φανταζόταν
ότι
η κόρη της θα έκλεβε μια κούκλα.
Δεν
το χωρούσε ο νους της.
Μετά
από λίγες ώρες όταν τελείωσε το μαγείρεμα
η
Ειρήνη πήρε την κόρη της και την Μαρία για
να
πάνε να πάρουνε πίσω την κούκλα.
Η
Ελένη έκλαιγε σε όλη την διαδρομή.
Θέλω
πίσω την κούκλα μου!
Μην
στεναχωριέσαι παιδί μου, σε λίγη ώρα θα την έχεις.
Σε
λίγη ώρα φτάσανε έξω από ένα πολύ φτωχικό σπίτι.
Εδώ
μένετε;
Ναι
απάντησε η Μαρία.
Τέλος
πάντων Ελένη μου πάμε να πάρουμε την κούκλα
σου
και να γυρίσουμε σπίτι μας.
Όταν
μπήκαν μέσα στο σπίτι η Αλίσια έλειπε, αλλά
ήρθε
πολύ σύντομα.
Μαμά,
μαμά είπε γεμάτη χαρά, κοίτα πόσα λεφτά
μάζεψα
από τα κάλαντα!
Είδε
όμως ότι η μαμά της ήταν πολύ στεναχωρημένη...
και
μετά γύρισε και είδε με έκπληξη την Ελένη
μαζί
με την Κα Ειρήνη.
Φέρε
γρήγορα πίσω την κούκλα που έκλεψες,
είπε
σχεδόν ουρλιάζοντας η μητέρα της Ελένης.
Μα.. εγώ
δεν την έκλεψα.
Άστα
αυτά και φέρε την γρήγορα.
Μα
να σας εξηγήσω είπε η Αλίσια.
Είσαι
τυχερή που λυπάμαι την μητέρα σου και δεν φώναξα
την
αστυνομία είπε.
Μα
...
Άσε
τα μα και φέρε την κούκλα.
Σε
ένα λεπτό η Αλίσια είχε έρθει πίσω με την κούκλα.
που
όμως δεν ήταν γυμνή, αλλά ήταν ντυμένη με ένα
πανέμορφο
ύφασμα.
Είδατε
πως δεν την έκλεψα;
Εγώ
ήθελα να κάνω μια έκπληξη στην φίλη μου, επειδή
η
πιο όμορφη της κούκλα δεν είχε φόρεμα.
Η
μητέρα της Ελένης ένιωσε πολύ, μα πάρα πολύ άσχημα.
Είχε
πάρει ένα πολύ καλό μάθημα από την Αλίσια,
ένα
μάθημα που θα το θυμόταν μια ζωή.
Έλα
εδώ Αλίσια της είπε.
Θα
με συγχωρέσεις που ήμουν τόσο άδικη απέναντι σου;
Η
Αλίσια έγνεψε καταφατικά.
Τώρα πες μου σε παρακαλώ τα κάλαντα.
Έχω τόσο καιρό να τα ακούσω.
Μπορώ
να τα πω μαζί με την Ελένη;
Φυσικά
καλή μου.
Τα
δύο κορίτσια είπαν τα κάλαντα μαζί.
Ένιωσαν υπέροχα!
Το
βράδυ θα φάμε όλοι μαζί είπε η μητέρα της Ελένης.
Μαμά
μαμά είπε η Ελένη, αποφάσισα κάτι.
Θα
δώσω όλες μου τις κούκλες σε φτωχά παιδάκια!
Αυτά
τις έχουν πιο πολύ ανάγκη από εμένα.
Ναι γιατί τώρα κατάλαβα τι σημαίνει να έχεις πραγματικούς φίλους.
Ύστερα αγκάλιασε με πολύ αγάπη την Αλίσια.
Όλες τις κούκλες σου;
Όλες
εκτός από αυτήν που θα την ονομάσω Αλίσια!
Όπως
Αλίσια άλλωστε λένε και την καλύτερη φίλη μου!
Παύλος
Παυλίδης 21/05/2024